7.8.06

το πατρικό πάρκο, i

’ομοφυλόφιλο πάρκο [...]τα παγκάκια σου ρουφιάνοι τα φανάρια σου χαφιέδες’ συνήθως επιλέγω το μακρύ δρόμο για το πάρκο της μικρής μας πόλης. περπατώντας λίγο περισσότερο, αποφεύγω την πολυκοσμία. λειτουργεί μ' έναν τρόπο προθερμαντικά. χτες το βράδυ όμως πέρασα απο το κέντρο. το νυμφοπάζαρο της πλατείας είχε μια παραπάνω κίνηση. όπως και να το κάνεις, μια ανεπιθύμητη επαφή. στα πρόσωπα τους έβλεπα λίγδα απο έϊναλ συνήθειες. καλοσιδερωμένα πουκάμισα, ποτό με φίξτ αναλογίες, μια άγρια επέλαση της μετροσεξουαλικότητας στα αρσενικά, αδιάφορα -όπως πάντα-τα μπιμποειδή θηλυκά. διάχυτη αίσθηση ανεκλπήρωτων ή ημιτελών στύσεων.

-ψιτ, φιλαράκι

μπαίνοντας απο την πλάγια είσοδο του πατρικού πάρκου, με αγκαλιάζουν γνώριμα σκοτάδια και σκιές. γνωστή και η χωροταξία. η τσιμεντένια βάση βέβαια, εκεί που στα μέσα της δεκαετίας του ογδόντα χτίστηκε η φήμη ενός απο τα πιο ενδιαφέροντα πάρκα της ελληνικής επαρχίας, έχει γκρεμιστεί. τα φώτα πολλαπλασιάστηκαν. οι πυκνοί θάμνοι τριγύρω εξαφανίστηκαν. -ψιτ, θέλεις να σου κάνω παρέα? αντικαταστάθηκαν απο άψυχα καλλωπιστικά φυτά. ένα πάρκο κόσμιο, ελεγχόμενο, και κυρίως ανταποδοτικό για τους δημοτικούς φόρους των ντόπιων μιζερανθρώπων. παραδόξως, είναι ένα πάρκο ζωντανό. φιγούρες παίζουν στο βάθος, μηχανάκια άπο γύρω κόβουνε κίνηση, δύο αυτοκίνητα έχουνε βγάλει αλάρμ. -θα περάσουμε καλά κάνω τις πρώτες βολιδοσκοπήσεις. ο πρώτος που βλέπω καθαρά, είναι ένας τριαντάρης, ντυμένος στα λευκά, εντελώς γκρουμαρισμένος, η υδατική στο πρόσωπό του γυαλίζει απο μακρυά. παρακάτω, μια μικρή παρέα έχει πιάσει κουβέντα. μου βγαίνει μια διάθεση σεμιναρίου [που πας κουκλίτσα μου σαν τη λατέρνα? στο πάρκο πάμε ντάουν εντ ντέρτυ. και δε μιλάμε , μόνο κυνηγάμε. κυνηγός και θήραμα. τελεία.] χαλάρωσε, σκέφτομαι ..στο πάρκο είμαστε όλοι ίδιοι. πιάνω ένα παγκάκι που κοιτάει προς τρείς πλευρές, αφήνοντας μόνο μία πλάτη. θα το κρατήσω όσο χρειαστεί απόψε. τσιγάρο ένα. -θέλεις να φύγουμε? τσιγάρο δύο .. σε λίγο κάνει την εμφάνιση της η βασίλισσα του πάρκου. τους ξέρει όλους, περπατά με άνεση, κανονίζει το παρσίδι της αμέσως. μου μιλάει αναγνωριστικά αλλά με έπαρση. τι αστείο, τον θυμάμαι παιδαρέλι να κόβει βόλτες με το ποδήλατο γιατι φοβόταν να περπατήσει. τον αγνοώ, έχοντας στο μυαλό μου την εικόνα του πάνω στο ποδήλατο να τρέχει.- θέλεις να φύγουμε? σε λίγο θα έρθουνε οι μπάτσοι τσιγάρο οχτώ. τσιγάρο εννιά. οι σκιές απο τις κινήσεις των σωμάτων πολλαπλασιάζουν τα ερεθίσματα και μεγαλώνουν τις προσδοκίες. ο σαραντάρης περνάει δεύτερη φορά απο μπροστά μου. έχει καλοσχηματισμένα μπράτσα , μουστάκι , το πρόσωπό του είναι σκοτεινό. τα χαρακτηριστικά του μ' αρέσουν. τον ακολουθώ. στο μυαλό μου, καθώς τον πλησιάζω, κανονίζω ήδη τα 'πρακτικά'.
-φιλαράκι απο που είσαι? ’ομοφυλόφιλο πάρκο [...]τα παγκάκια σου ρουφιάνοι τα φανάρια σου χαφιέδες’. δεν είμαι απο δω. δεν είμαι απο δω. δεν είμαι απο δω. δεν είμαι απο δω. δεν είμαι απο δω.

3 comments:

amvro said...

ομοφυλόφιλο πάρκο
ακόμα και τα δέντρα σου πρόστυχα
τα παγκάκια σου ρουφιάνοι
τα φανάρια σου χαφιέδες
λουμπίνες και χακηφόροι εξαργυρώνουν τη μοναξιά
πως να μην είμαι βουρκωμένος
σε τέτοιο βούρκο;



επιφυλάσσομαι για στίξη, τίτλο και ορθογραφία.

Ντ. Χριστιανόπουλος 'Ποιήματα' Εκδόσεις Διαγωνίου Θεσσαλονίκης 1998.

Xilaren said...

hey baby!

ωραίο...

(ελπίζω να είσαι καλά)
xxx

amvro said...

well, i have been better.

[i am only joking. και συ να είσαι καλά κούκλα μου]

conditionhumaine@gmail.com